ΘΕΟΣ ΕΡΜΗΣ, ΘΕΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ & ΘΕΟΣ ΕΡΜΑΦΡΟΔΙΤΟΣ

 Σίγουρα όλοι οι μοναχοί και οι ιερείς της Ορθοδόξου εκκλησίας δεν μπορεί να είναι άγιοι έστω και αν προσπαθούν πλείστες φορές ειλικρινά προς τον έντιμο και ηθικό βίο. Οι άνθρωποι είναι πάντοτε άνθρωποι και δεν μπορεί να εξομοιώνονται με τον Θεό ως προς τις ιδιότητες. Επίσης όμως είναι σίγουρο ότι ο νέο-Εθνισμός είναι ο πλέον ακατάλληλος και δεν μπορεί να  στιγματίζει τους ιερείς (ανθρώπους) της Ορθόδοξης Εκκλησίας με διάφορες «σεξουαλικές» ιδιότητες, διότι τέτοιες ιδιότητες στον Εθνισμό βρίσκουν αντίκρισμα όχι σε θνητούς αλλά στους ίδιους τους θεούς. Δεν είναι λοιπόν λογικό θρησκευτές με θεότητες αμφιβόλου σεξουαλικής κατεύθυνσης να χαρακτηρίζουν ως θηλυπρεπείς χριστιανούς μοναχούς (ανθρώπους) και να νομίζουν αυτάρεσκα ότι βάλλουν τον Χριστιανισμό, μην γνωρίζοντας καλά τα θέματα της αρχαίας θρησκείας εις βάθος, όπως παρουσιάζονται επιφανειακά και καλογυαλισμένα  μέσα από τα νέο-Εθνικά, και ως επί το πλείστον αντίχριστα έντυπα. Υπάρχουν βέβαια και ελάχιστες εξαιρέσεις, η αλήθεια να λέγεται.

 

 

1.

 

Ο ΘΕΟΣ ΕΡΜΑΦΡΟΔΙΤΟΣ

 

2.

 

ΕΡΜΑΦΡΟΔΙΤΙΣΜΟΣ (ΙΑΤΡΙΚΗ)

 

3.

 

ΕΡΜΑΝΟΥΒΗΣ

 

4.

 

Ο ΘΕΟΣ ΕΡΜΗΣ

 

5.

 

 

ΤΟ ΚΗΡΥΚΕΙΟΝ

 

Αποκρυφισμός

  

6

 

Η ΘΕΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ

 

Ιερόδουλες και Ιεροδουλία εις την λατρεία της θεάς

 

7.

 

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΠΑΤΕΣ

 

 

ΟΙ ΟΙΚΟΙ ΑΝΟΧΗΣ & ΟΙ ΠΟΡΝΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΟΒΑΡΑ ΘΕΜΑΤΑ

(Γεώργιος Τσαγκρινός, Τηλεοπτικός Σταθμός Alter, Τρίτη 19/10/ 2004)

 

ΤΟ ΚΗΡΥΚΕΙΟ ΤΟΥ ΕΡΜΗ, Η ΑΛΥΣΙΔΑ DNA & ΤΑ ΑΓΡΟΓΛΥΦΙΚΑ

(Ελευθέριος Σαράγας, Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 16,  σελίδα 47)

(Jean-Pierre Garnier Malet, Δρος Φυσικού, Paris, Τρίτο Μάτι, τεύχος 119)

(Ιωάννης Αναστασίου, Δρ. πυρηνικής μηχανικής, Τρίτο Μάτι, τεύχος 119)

 

 

8.

 

 

ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

 

9.

 

 

ΠΗΓΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ

 

 

 

 

Ο ΘΕΟΣ ΕΡΜΑΦΡΟΔΙΤΟΣ

 

 

 Τοιχογραφία της Πομπηίας που παριστάνει Ερμαφρόδιτο να τυγχάνει περιποίησης από θεραπαινίδες. Ο αριστερός πωγωνοφόρος είναι προφανώς ο Κύπριος Αφρόδιτος.

 

Η θεότητα αυτή είναι ανατολικής συλλήψεως και συναντάται σε όλες τις ανατολικές θρησκείες. Εκφράζει ή την ιδέα ενός πρωταρχικού ανθρώπινου όντος ανώτερου και τελειότερου ή το ον που παρουσιάζει εις εαυτό την ένωση και των δύο φύλλων με την δυνατότητα να αυτογονιμοποιείται (την ιδέα αυτή ανήγαγε εις φιλοσοφική θεωρία ο Αριστοφάνης στο «συμπόσιο» του Πλάτωνα) ή την επί όλης της φύσης γονιμοποιούσα δύναμη της μεγάλης θεάς, Γης ή Σελήνης, από την οποία προέρχεται το άπειρο πλήθος των ειδών.

Στην αρχή αυτή η θεότητα αποτελούσε ένα και μόνο πρόσωπο ανδρόγυνο. Με τον χρόνο όμως διασπάστηκε σε 2, αρσενικό και θηλυκό τα οποία αλληλοσυμπληρούμενα γίνονται η πηγή όλης της γονιμοποιήσεως. Έτσι οι Χαλδαιο-Βαβυλωνιακοί Μύλλιτα και Σάνδων, οι Συριοφοινικικοί Αστάρτη και Άδωνις «ανδρόγυνος γενόμενος, τα μεν ανδρεία προς Αφροδίτη πράσσειν ελέγετο , τα θηλυκά δε προς Απόλλωνα», οι Καρχηδονιακοί Διδώ - Αστάρτη , η φέρουσα την γενειάδα του Μελικέρτη και ο Δολ, ως και η Φρυγική Κυβέλη (Άγδιστις η  γυναίκα και  Άτις ο άνδρας) είναι θεότητες ανδρόγυνες.

Στην Ελλάδα εισήχθηκε ο Ερμαφροδιτικός μύθος και η σχετική λατρεία δια μέσω της  Κύπρου. Η λατρευόμενη Αφροδίτη στην Πάρο και στην Αμάθεια που ονομάζονταν από τους συγγραφείς «αρσενοθύλης» (λατ. Biformis) είχε μεγάλη συγγένεια με την Κυβέλη της Φρυγίας, όπως όντως υπήρχε ναός της Αφροδίτης Κυβέλης. Η παλιά αυτή αμφοτερόφυλος Αφροδίτη διακρίθηκε σε 2 θεότητες, την κυρίως Αφροδίτη και τον Αφρόδιτο. Αυτός παριστάνονταν πωγωνοφόρος και φαλλοφόρος, έχοντας κορμό και ενδύματα γυναικεία κρατώντας σκήπτρο.

 

Ερμαφρόδιτος με θύρσο. Προηγείται έρως με αναμμένη δάδα.  

 

Κατά την λατρεία του οι άνδρες ντύνονταν ως γυναίκες και οι γυναίκες ως άνδρες. Από την Κύπρο η λατρεία του Αφροδίτου μεταδόθηκε στην Μ. Ασία (Παμφυλία, Λυδία, Καρία) και τέλος στην κυρίως Ελλάδα όχι όμως πριν το τέλος του Ε’ αιώνα και έτσι δεν πρόλαβε να αποβεί προσωποποίηση βαθιού θρησκευτικού συμβόλου αλλά παρέμεινε μάλλον ως ήρωας ποιητικού μύθου, άξιος μόνο καλλιτεχνικής αποδόσεως. Εν τούτοις στο Άργος αναφέρονται από τον Πλούταρχο γιορτές «Υβριστικά» κατά τις οποίες μεταμφιέζονταν άνδρες και γυναίκες , όπως και στην Κύπρο, στο αντίθετο φύλλο. Τέτοιες εορτές υπήρχαν και στην Κω. Η δε περί του Ηρακλή παράδοση, που συναντιόνται μόνο στους Ρωμαίους ποιητές, κατά την οποία αυτός έφερε γυναικεία φορέματα έκλωθε στα πόδια της Ομφάλης, φέρει τα ίχνη ανατολικής επίδρασης μεταβάλλοντας τον ήρωα σε Ερμαφροδιτική θεότητα. Κατά μερικούς η εν τη Παλιά Διαθήκη δημιουργία της Εύας από την πλευρά του Αδάμ έχει την ίδια καταγωγή*.

Ο Αφρόδιτος αυτός βαθμηδόν άλλαξε όνομα στην Ελλάδα. Επειδή κατασκεύαζαν σε αυτόν έρμες που τους έλεγαν ερμαφρόδιτους , όπως οι έρμες του Έρωτα, του Ηρακλή, του Άρη και ονομάζονταν ερμάρωτες, Ερμηράκλεις, Ερμάρεις κ.λ.π., επικράτησε για τον θεό αυτόν η λέξη Ερμαφρόδιτος και εκ τούτου πλάσθηκε και ο σχετικός μύθος.

ΜΥΘΟΣ

 Κατά τον μύθο ο Ερμαφρόδιτος ήταν υιός του Ερμή και της Αφροδίτης συγκεντρώνοντας την καλλονή των γονέων του. Λουόμενος κάποτε εις την πηγή της Σαμαλκείας (κοντά στον Αλικαρνασσό) προκάλεσε τον σφοδρό έρωτα της ομώνυμου νύμφης, η οποία βυθίσθηκε στο νερό και αφού τον αγκάλιασε ζήτησε από τους θεούς να μην τους χωρίσουν ποτέ. Έτσι τα δύο σώματα αυτών αποτέλεσαν ένα και μόνο , διατηρώντας τα γενετήσια όργανα και των δύο φύλλων. Έκτοτε όποιος λούζονταν στην πηγή αυτή μεταμορφώνονταν σε Ερμαφρόδιτο. Τον μύθο αυτό διαπραγματεύονται ή αναφέρουν οι Οβίδιος, Μιρτιάλις, Αυσώνιος, Στράβωνας, Διόδωρος και Λουκιανός. Εξ αυτού εκπνεύστηκαν οι αρχαίες εικαστικές τέχνες τον τύπου του γυναικοειδή εφήβου ιδίως κατά τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου , τον οποίον νωρίτερα είχαν πραγματοποιήσει εν μέρει οι γλύπτες του Δ’ αιώνα (Πραξιτέλης) στην παράσταση του Απόλλωνα του Έρωτα και του Διονύσου με την αμφίβολου γένους μορφή.

Στους Ρωμαίους δεν βρίσκεται  Ερμαφρόδιτος  ως θεότητα , η έννοια όμως του ερμαφροδιτισμού υπάρχει στην Venus barbata ή  biformis , στην Fortuna barbata και στον Jupiter Ruminus.

Κοιμώμενος Ερμαφρόδιτος. Αρχαίο αντίγραφο του 3ου π.Χ. αιώνα. Μουσείο Λούβρου.

  

Απολογητής: Σε αυτήν την θεότητα διαφαίνεται πάντοτε η δημιουργική σκέψη των αρχαίων ελλήνων που πάντοτε κατάφερναν να συνδυάζουν με επιτυχία τόσο δικά τους όσο και τα ξένα στοιχεία μέσα σε αρμονικά νέα σύνολα συνοδευόμενα από πολύ επιτυχημένους και ωραίους μύθους όπως αυτός ο ρομαντικός μύθος του θεού Ερμαφρόδιτου. Οι νέο-Εθνικοί βέβαια προσπαθούν πάντοτε είτε να επιφέρουν καθάρσεις στην αρχαία ελληνική θρησκεία θέλοντας να την παρουσιάσουν ως καθαρά ελληνική είτε δέχονται τις ξένες επιδράσεις αρκεί βέβαια αυτές σαν μην είναι Ιουδαϊκές - Εβραϊκές (2 μέτρα και 2 σταθμά). 

* Αν και υποστηρίζεται μια τέτοια εκδοχή εντούτοις οι 2 άνθρωποι, Αδάμ και Εύα, είναι άνθρωποι καθαροί ως προς τα χαρακτηριστικά της σεξουαλικότητας του φύλλου. Σίγουρα όμως στον Χριστιανισμό δεν θεοποιήθηκαν και δεν λατρεύτηκαν ανάλογα με τα ερμαφρόδιτα «πλάσματα» του Εθνισμού. Κατά μια ακραία τοποθέτηση η μαρτυρία του διαχωρισμού εις την Π.Δ. Αδάμ - Εύας και η παρουσία του Ερμαφρόδιτου ως τέλειου όντως στην ελληνική μυθολογία ίσως μαρτυρεί ότι εν αρχή ο άνθρωπος και τα είδη να ήσαν συνενωμένα εις ένα και το αυτό φύλλο.

 

 

ΕΡΜΑΦΡΟΔΙΤΙΣΜΟΣ

 

Α) Ιατρική

 

Καλείται το φαινόμενο κατά το οποίο άτομο του ζωικού ή του φυτικού κόσμου φέρει τα γνωρίσματα αμφότερων των φύλλων σε

 

1.       πλήρη μορφολογική και λειτουργική ικανότητα (τέλειος τύπος)

2.       σε ατροφική κατάσταση (ατελής τύπος)

3.       υπερτερεί η αρσενική ή θηλυκή εμφάνιση (άρρεν ή θήλυς ερμαφρόδιτης)

4.       αμφότερα τα γνωρίσματα των 2 φύλλων συνυπάρχουν σε υποτυπώδη μορφή (ουδέτερος ερμαφρόδιτος)

5.       τα εσωτερικά γεννητικά όργανα ανήκουν εις το ένα φύλλο και τα εξωτερικά εις το άλλο (εσωτερικός ή εξωτερικός ερμαφρόδιτος)

 

Ο ερμαφροδιτισμός είναι παθολογικός στον άνθρωπο. Οι ερμαφρόδιτοι διακρίνονται σε άρρενες, διγενείς, και ουδέτερους ή σε ανδρόγυνους, δίγαμους και άγαμους, ανάλογα με το φύλλο που υπερτερεί του αν είναι γονιμοποιούμενοι μόνο ή γονιμοποιούμενοι και γονιμοποιοί ταυτοχρόνως , άγονοι κ.λ.π. Κατά άλλη κατάταξη διακρίνονται σε

 

Ερμαφρόδιτοι άνευ επαυξήσεως , όταν το γεννητικό σύστημα παρουσιάζει σε μερικά σημεία στοιχεία του άλλου φύλλου ή όταν τα γεννητικά όργανα είναι κράμα άρρεν και θήλυς (ουδέτερος) ή όταν τα έσω γεννητικά όργανα είναι ενός φύλλου και τα έξω ετέρου όπως π.χ. συνύπαρξη  πέους και μήτρας (τύπος υπερκείμενος) ή του ενός φύλλου δεξιά και του ετέρου αριστερά , όπως π.χ. συνύπαρξη δεξιάς ωοθήκης και αριστερού όρχεως (τύπος διασταυρούμενος) κ.λ.π.

Ερμαφρόδιτους επαυξήσεως όταν το γεννητικό σύστημα είναι άρρεν ή θήλυ αλλά παρουσιάζει και επαυξήσει  και τα όργανα του έτερου φύλλου , τέλεια ή ατελή και χωρισμένα δηλαδή αυθύπαρκτα επί του αυτού ατόμου .

 

Κατά τους νεώτερους συγγραφείς ο ερμαφροδιτισμός διακρίνεται σε αληθή και ψευδή μονόπλευρο ή δίπλευρο εσωτερικό ή εξωτερικό τέλειο ή ατελή

 

Ο Μοναχός Γρηγόριος Μέντελ στο μοναστήρι του Brunn το 1862. Το 1871 εκλέχθηκε Αββάς του Μοναστηριού. Μορφώθηκε στην γεωπονική  και σε 2 χρόνια στο παν/μιο Βιέννης μορφώθηκε σε Φυσική, Χημεία, Μαθηματικά και Βοτανική. Το έργο του περί κληρονομικότητας εκτιμήθηκε μόλις το 1900.Επίσης ο Αββάς F.C. Napp σπούδασε επιστήμες και ειδικά γεωπονική.

Απολογητής:Το παρόν κατά εκείνων που εξομοιώνουν τον μοναχισμό με έλλειψη της παιδείας και των επιστημών

 

 

Στους τύπους του ανατομικού ερμαφροδιτισμού προστίθεται και ο ψυχικός ερμαφροδιτισμός , συγγενή ή επίκτητου, φυσικού ή τεχνητού που αποτελεί γενετήσια διαστροφή.  Ο ερμαφροδιτισμός οφείλεται κατά το πλείστον στην κληρονομικότητα. Έτσι παιδιά αλκοολικών, επιληπτικών κ.α.  είναι δυνατόν να γεννηθούν ερμαφρόδιτα. Ο ερμαφρόδιτος είναι συνήθως στείρος και στερείται γεννητικών επιθυμιών. Σπανίως επικρατεί σε αυτόν η λειτουργία του ενός φύλλου , σπανιότατα δε και των δύο. Τέτοιο άτομο επιδείχθηκε στην Obstetrical Society της Νέας Υόρκης , φέροντας 2 όρχεις, 2 ωοθήκες, πέος τέλειο, κόλπο και μήτρα. Από την ουρήθρα απέβαλλε ούρα, σπέρμα και έμμηνα και διεγείρονταν τόσο από την παρουσία άρρενα όσο και θήλυ ατόμου. Παρόμοιο άτομο επιδείχθηκε το 1889 στην ανθρωπολογική εταιρία του Παρισιού. Σπανιότατοι είναι οι γάμοι μεταξύ διγενών ερμαφρόδιτων. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο ένας σύζυγος γονιμοποιεί τον άλλο και είναι δυνατό να μείνουν και οι 2 έγκυοι ταυτόχρονα. Αλλά έχει παρατηρηθεί και αυτογονιμοποίηση ερμαφρόδιτου. Συνηθισμένο είναι εξάλλου το φαινόμενο ιδίως μεταξύ της εφήβου και της ωρίμου ηλικίας, της μεταπτώσεως και της επικρατήσεως του ενός φύλλου επί του άλλου. Έτσι ερμαφρόδιτοι άρρενες κατά την εφηβεία εκδηλώθηκαν ως γυναίκες και μετά την έφηβη ηλικία πάλι ως άρρενες.

Πλην των γεννητικών ανωμαλιών στους ερμαφρόδιτους παρουσιάζονται και άλλες δευτερεύουσες ανωμαλίες , που εξαρτώνται έμμεσα από το γεννητικό σύστημα όπως π.χ. συνύπαρξη μαστών (βλ γυναικομαστία) και μουστάκι, ψυχικές ιδιότητες που υπενθυμίζουν το άλλο φύλο κ.α.

 

 

Αριστερά : Μπρούτζινο αγαλματίδιο του Άττι, με τη μορφή ταύρου, 600 π.Χ., Βρετανικό Μουσείο (Πηγή: Περιοδικό Ιστορικά θέματα, τεύχος 7, άρθρο «Ο ‘θεϊκός άνθρωπος’ κατά την αρχαιότητα», Αναστασία Δ. Βακαλούλη, Διδάκτωρ Βυζαντινής ιστορίας ΑΠΘ, σελ. 113)

Δεξιά: Ιερέας της Κυβέλης. Στο αριστερό του χέρι κρατά ένα κουκουνάρι, σύμβολο του Άττι (εραστή της) και στο δεξί του ένα κρόταλο, το οποίο χρησιμοποιούνταν σε τελετές μυήσεως. (Πηγή: Περιοδικό Ιστορικά θέματα, τεύχος 7, άρθρο «Ο‘θεϊκός άνθρωπος΄ κατά την αρχαιότητα», Αναστασία Δ. Βακαλούλη, Διδάκτωρ Βυζαντινής ιστορίας ΑΠΘ, σελ. 114)

Απολογητής: Η λατρεία πολλών «θεών» οργανώθηκε με βάση τους «μύθους». Για παράδειγμα, η «θεά» Κυβέλη διατηρούσε ερωτική σχέση με το γιο της Άττι. Όταν εκείνος ερωτεύθηκε μια νύμφη, τον ανάγκασε από τη ζήλια της να αυτοευνουχιστεί, με αποτέλεσμα να πεθάνει από ακατάσχετη αιμορραγία. Έπειτα ευνουχίστηκε και ο φίλος του Άττι, ο Γάλλος. Οι ιερείς της Κυβέλης ονομάζονταν «Γάλλοι» και αυτοευνουχίζονταν σε άγριες τελετές, τις οποίες περιγράφει και ο επικούρειος Λουκρήτιος. Ο Διόδωρος Σικελός έγραψε περιπαικτικά: «Γάλλοι μέν γίνονται εξ ανδρών, εκ δέ γάλλων άνδρες ου γίνονται» (4,43).

Σήμερα παραπονιούνται παράλογα οι νεοεθνικοί ότι ο  «εβραίος ανθέλληνας» (έλληνας στην εθνικότητα) άγιος Θεόδωρος ο Τήρων κατέστρεψε ναό της Κυβέλης ή ότι οι Βυζαντινοί ήταν όλοι ευνούχοι ένεκα της θρησκευτικής τους πίστεως παραφράζοντας μερικές φράσεις του Ευαγγελίου και παρουσιάζοντας μερικούς Βυζαντινούς παλατινούς ως παράδειγμα. Η ιστορία όμως της θρησκείας είναι αδυσώπητα εις βάρος τους.

 

 

Β) Βιολογία

 

Ο όρος ερμαφροδιτισμός δεν έχει την ίδια σημασία στην βοτανολογία και στην ζωολογία. Ερμαφρόδιτα φυτά ονομάζονται εκείνα που επί του άνθους τους υπάρχουν άρρενα και θήλεα όργανα δηλαδή στήμονες και ύπερο. Τα φυτά που φέρουν άνθη αρσενικά ή θηλυκά καλούνται μονόοικα. Στην ζωολογία καλούνται γενικά ερμαφρόδιτα τα ζώα τα οποία έχουν διακεκριμένο άρρενα γεννητικό αδένα και διακεκριμένο θηλυκό. Ο ερμαφροδιτισμός παρατηρείται κυρίως στους κατώτερους ζωικούς οργανισμούς όπως π.χ. στις βδέλλες αλλά λείπει εντελώς στα θηλαστικά και στα έντομα.

Κάποτε τα ερμαφρόδιτα θεωρούνταν ικανά να αυτογονιμοποιηθούν αλλά ο Δαρβίνος ανάτρεψε την δοξασία αυτή κυρίως για τα φυτά αποδείχνοντας ότι μόνο με διασταύρωση γονιμοποιούνται. Αυτό διότι στα φυτά τα άρρενα όργανα δεν ωριμάζουν την ίδια εποχή με τα θηλυκά. Συνεπώς ο ερμαφροδιτισμός είναι διαδοχικός σε αυτά. Στα ζώα στα οποία ο ερμαφροδιτισμός είναι περισσότερο εμφανής υφίσταται όλα τα όργανα πάντα αμοιβαία. Κατά μια πολύ παλιά θεώρηση υπήρχαν άλλοτε θηλαστικά και πτηνά ερμαφρόδιτα. Ο πρωτογενής αυτός ερμαφροδιτισμός εξηγεί πλήρως ερμαφροδιτικά φαινόμενα , τα οποία σπάνια εμφανίζονται και σήμερα σε αμφίβια του είδους των βατραχιών, στα οποία συνήθως τα γένη είναι τελείως χωρισμένα και διακριμένα.

 

 

Ο ΘΕΟΣ ΕΡΜΑΝΟΥΒΗΣ

 Αυτή η ενότητα δεν είναι τίποτα παραπάνω παρά ακόμη μια απόδειξη ότι η αρχαία ελληνική θρησκεία ήταν πολλές φορές επηρεασμένη από τους γείτονες λαούς. Λογικό είναι επίσης να σκεφτούμε ότι εφόσον ο Εθνικός κόσμος επέτρεπε τις μίξεις θεών στα χρόνια των Ρωμαίων, άλλο τόσο είναι πιθανότατο να το επέτρεπε και στα αρχαιότερα χρόνια μεταξύ των πρώτων φυλών της Μεσογείου και του ευρύτερου γεωγραφικού χώρου, καταργώντας τις τοποθετήσεις εκείνες που περιγράφουν τις Εθνικές θρησκείες με καθαρά εθνικιστικά «συρματοπλέγματα».  

 

Ο Θεός Ερμάνουβης κρατώντας κηρύκειο, φοίνικα και υδρία.

  

Θεότητα των Ελλήνων και των ρωμαίων που προήλθε από συνταυτισμό του Ερμή και του αιγυπτιακού θεού Ανούβη κατά την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, κατά την οποία αναπτύχθηκε πολύ η πνευματική επικοινωνία με την Αίγυπτο. Ως απεικονίσεις του Ερμάνουβη θεωρούνται από τους αρχαιολόγους πλείστες παραστάσεις του Ανούβη που αυτός παρίσταται με διάφορα σύμβολα της ερμαϊκής λατρείας. Τέτοια παράσταση είναι εκείνη και του μουσείου του Καπιτωλίου που στο δεξί χέρι κρατάει κηρύκειο και στην αριστερή φοίνικα και υδρία.  

 

 

Ο ΘΕΟΣ ΕΡΜΗΣ

 

 

ΕΡΜΗΣ ως λατρεία λίθου

Σελ. 102= Μια άλλη φυσιογνωμία του πανθέου των Ολυμπίων που ακολουθεί φαινομενικά την διαδικασία σχηματισμού και διαμόρφωσης κατά τα πρότυπα του Απόλλωνος, είναι ο Ερμής. Οι Preller και Robert [L. Preller: Griechische Mythologie («Ελληνική Μυθολογία», Carl Robert, Berlin 1984) εντοπίζουν την ταυτοτική αλληλουχία: Ερμείας / Ερμής (έρμα / λίθος, σκόπελος,, ύφαλος, έρμακες, σωροί λίθων), που οδηγεί άμεσα στον όρο (το θείο στοιχείο) των λίθων. Στην πραγματικότητα όμως η θεότητα ανάγεται σε μια περίοδο κατά πολύ προγενέστερη, η οποία χαρακτηρίζεται κυρίως από την λατρεία των λίθων και συνδέεται άμεσα και με την λατρεία των προγόνων. Ειδικότερα η λατρεία των λίθων επιβιώνει και κατά την κλασσική περίοδο στον Ελλαδικό χώρο [Παυσανία: Ελλάδος Περιήγησης, vii, 22, 4 & ix, 38, 1, vol IV, Loeb, Harvard University Press], ενώ και ο Ξενοφώντας τονίζει στην απολογία του, μεταξύ των άλλων, επισημαίνει πως : «Τοὺς μὲν οὐθ’ ἱερὸν οὔτε βωμόν, οὔτε ἄλλο τῶν θείων, οὐδὲν τιμᾶν, τοὺς δὲ καὶ λίθους καὶ ξύλα τὰ τυχόντα καὶ θηρία σέβεσθαι»«Οι μεν δεν τιμούν, ούτε τα ιερά, ούτε τους βωμούς, ούτε κάποιο άλλο στοιχείο των θείων, οι δε σέβονται και λατρεύουν λίθους, τυχαία ξύλα ακατέργαστα και θηρία» [Ξενοφών: Απολογία Σωκράτους, Vol Iv. Loeb, Harvard University Press]

 

ΕΡΜΗΣ & ΝΕΚΡΟΙ ως λατρεία λίθων

Σελ. 104= Οι αρχαϊκές οδοί και ατραποί αποτελούν κατά την περίοδο αυτή, τα προτιμότερα σημεία για την δημιουργία των κοινών μνημάτων, αφ΄ ενός μεν διότι τα ταφικά μνημεία των φατριών είναι ορατά από απόσταση χωρίς δυσκολία και αφ’ ετέρου, διότι κατά κανόνα οριοθετούν την έκταση της περιοχής κάθε φατρίας, που προστατεύεται από τα πνεύματα των προγόνων. Οι πεποιθήσεις αυτές είναι ιδιαίτερα ισχυρές στην Ελλάδα καις την Ρώμη, όπως αποδεικνύεται από πληθώρα ευρημάτων [I. Muller: Die Griechischen Privataltermurer («ελληνικοί αρχαϊκοί τύμβοι»), Leipzig 1893, σελ. 221 & J. Marquardt: Das Privatleben Der Romer, I & ii, Leipzig 1879 & 1882, σελ. 351] , ενώ ανάλογες πεποιθήσεις επικρατούν και στην Μεσσοποταμία [I. Muller, προαναφερόμενο έργο, σελ. 26]

Αλλά και στο «Χρονικό του Νέστορος» [F. Miklosich: Die christliche Terminologie Der Slavischen Sprachen, Dwan, («Χριστιανική ορολογία των σλαβονικών γλωσσών») 1876, σελ. 7], διασώζεται η πληροφορία πως οι σλαβικοί λαοί των Radamices, Vjatici & Severjanes, διατηρούν την συνήθεια να τοποθετούν τις στάκτες των νεκρών μέσα σε μια μικρή τρεφροδόχο,  την οποία εναποθέτουν σε ένα στύλο («na stolpe:εν στύλω») στις άκρες των οδών. Παράλληλα, ο τσεχικός όρος «hranice» που υποδηλώνει το όριο, το σύνορο, ενέχει και την έννοια του νεκρικού τύμβου και της νεκρικής πυράς [M. Kotljavevskij: On the Burial Rites of The Pagan Slavs («Ταφικά έθιμα των παγανιστών Σλάβων»), St. Petesburg Academy of Sciences, xlix, σελ. 123].

Διαφαίνεται ότι κατά την διάρκεια της πρώιμης περιόδου των Ευρωπαίων, οι λίθοι συνιστούν το κυρίαρχο σύμβολο των προγονικών μνημείων, από τα οποία αναδύεται η αρχαϊκή προσωπικότητα του Ερμή με την ιδιότητα ενός διακριτού θείου στοιχείου, που συνδέεται συλλογικά με τους νεκρούς προγόνους. Σε περιοχές όπου η διείσδυση του Χριστιανισμού είναι σχετικά πρόσφατη, η λατρεία των λίθων αυτών διατηρείται έντονα. Το 1853 ο Ιησουΐτης μοναχός Rostowski, σε αναφορά του προς το τάγμα του, τονίζει πως: «Antiquaecolonis superstitions… alibi akmodius» [Μτφ: «Προλήψεις και προκαταλήψεις περιβάλλουν τις αρχαίες στήλες… σε άλλα μέρη ο Akmo» (Ελληνικά: άκμων / λίθος,α μόνι), είναι ένας μεγαλοπρεπής λίθος].

Ο ίδιος μοναχός, σε άλλο σημείο επισημαίνει ότι: «Saxa pro diis culta - quae illi lingua patria Atmeschenes Viete, adiectorum snilicet loca» [Μτφ: «Οι λίθοι είναι θεοποιημένοι -όπου στην πατρική τους γλώσσα, σε πολλά μέρη η λατρεία είναι γνωστή ως Atmeschenes Viete» (Λιθουανικά: atmeschanas wieta / συγγενείς των ψυχών)] [A. Bruckner: Archiv Fur Slavische Philologie («Αρχείο Σλαβικής Φιλολογίας») ix. 33 ]

Ο Matthaeus Praetorius προσφέρει ακόμη μια σημαντική πληροφορία καθώς καταγράφει πως «Πριν από μερικά χρόνια,σ ε μια περιοχή, σε μικρή σχετικά απόσταση από το Gumbinne και το Bisserkeim, σε ένα πευκόφυτο άλσος, υπάρχει ένας μεγάλου ύψους λίθος, που θεωρείται ιερός και στον οποίο οι κάτοικοι της περιοχής προσφέρουν χρήματα, ενδύματα και άλλα αντικείμενα [Delicoe Prussicoe, Oder Preussische Shaubuhne («Εικόνες της Πρωσσίας. Η έκθεση σκηνών της πρωσσικής ζωής») 1645, W. Pierson, Berlin 1871, σελ. 121]»

Τα φαινόμενα αυτά απηχούν συνθήκες επικρατούν προ τριών χιλιετηρίδων τουλάχιστον στην Ελλάδα, καθώς ο Όμηρος [Οδύσσεια xvi, 471], προσδιορίζει συγκεκριμένο χώρο, με τον όρο «Έρμαιος Λόφος», τονίζοντας πως «Τὸ γὰρ ἴδον ὀφθαλμοίσιν· ἤδη ὑπὲρ πόλιος ὄθι θ’ Ἕρμαιος λόφος ἔστιν».

Η παρατήρηση του Ομήρου συσχετίζεται με το γεγονός ότι από αρχαιοτάτων χρόνων, οι σωροί των λίθων σε μορφή τύμβων, μικρού σχετικά μεγέθους, αποκαλούνται στην Ελλάδα «Ἔρμαιοι Λόφοι». Η σχέση των συμβόλων αυτών με αρχέγονα προγονικά μνημεία, τα οποία οριοθετούν περιοχές διαφορετικών φρατριών, οδηγώντας στην ανάδυση ενός πρώιμου οδικού δικτύου, το οποίο ουσιαστικά ταυτίζεται με τις οριογραμμές των εκτάσεων των φρατριών, εξηγεί την μεταγενέστερη αντίληψη που θεωρεί τον Ερμή ως τον προστάτη των οδών, αλλά και την τοποθέτηση ειδικών δεικτών, υπό την αιγίδα του, σε διάφορα σημεία στις πλευρές των οδών. Η παράδοση αυτή διατηρείται και κατά την ελληνορωμαϊκή περίοδο, κατά την διάρκεια της οποίας οι οδοδείκτες αποκαλούνται «Ἕρμαιοι λόφοι» .

Κατά μία άποψη, η παράδοση των οδοδεικτών προέρχεται από πανάρχαια συνήθεια των ανθρώπων να εκκαθαρίζουν τα οδικά δύκτια της εποχής από τους λίθους, τους οποίους συσσωρεύουν σε τύμβους στις πλευρές των οιδών προς τιμή του Ερμού, όπως προδίδει η έκφραση «Ἕρμακας λίθους σεσσωρευμένους εἰς τιμὴν τοῦ Ἑρμοῦ» [Φαβωρίνος, Ερμαί]. Στα σημεία αυτά, συχνά τοποθετούντο προσφορές, κυρίως ξηρά σύκα για τους ταξιδιώτες, που παράλληλα αποτελούν θυσία προς τον Ερμή, οι οποίες ορίζονται ως «ἕρμαια», όρος που προσδιορίζει το κοινό εύρημα. Το αρχέγονο θείο στοιχείο, η θεότητα των λίθων, ο πρώιμος Ερμείας, ο μεταγενέστερος Ερμής του Ομήρου.

Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 39, σελίδα 92 κ. εξ, άρθρο «Η Ονοματολογία των Επουράνιων Θεοτήτων» του Γιώργου Ηλιόπουλου

 

 

ΤΟ ΚΗΡΥΚΕΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΡΜΗ

 Οι νέο-Εθνικοί δεν αρκούνται στην καταπολέμηση της αλήθειας της Χριστιανικής θρησκείας, αλλά διδάσκουν την πίστη στους αρχαίους θεούς δια μέσω έντεχνων μυθευμάτων και μυθοπλασιών, προσπαθώντας να δώσουν αξία σε θεούς που κατάγονται από την λατρεία των λιθαριών, οδηγώντας ατυχείς ανημέρωτους στο βάραθρο της λατρείας του άψυχου.

 

 

Ερμής ο Ψυχοπομπός: Ίσως η μορφή που έχει το DNA ή το κηρύκειο του Ερμή να έχουν άμεση σχέση με την εξ έλικος πορεία (Πηγή: Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 16, άρθρο «Λόγος, εγκέφαλος και η ελληνική Γλώσσα», Ελευθέριος Σαράγας, σελίδα 47).

Απολογητής: Κάτωθι θα βρει ο αναγνώστης το ξεκαθάρισμα περί των φιδιών αυτών

 

Η λέξη αυτή κατά το μέγα ετυμολογικό, είναι όνομα προσηγορικό και σημαίνει κάθε ράβδο κήρυκα , ιδίως όμως την αγγελιοφόρο ράβδο του αγγελιοφόρου των θεών Ερμού, ήτις, όπως λέει ο σχολιαστής του Θουκυδίδη «ξύλον ἐστὶν ὀρθόν, ἔχον ἑκατέρωθεν δύο ὄφεις περιπεπλεγμένους καὶ ἀντιπροσώπους πρὸς ἀλλήλους κειμένους» ή όπως περιγράφει το Μέγα ετυμολογικό «ράβδος ἦν μετρίου μήκους, ἄνω πρὸς τῇ ἀρχῇ εἰς τύπον ταῦ φ στοιχείου».  Το κηρύκειο ήταν αχώριστο σύμβολο του θεού Ερμή και το σήμα των κηρύκων.

Την λέξη αναφέρουν πρώτα ο Θουκυδίδης και ο Ηρόδοτος ο οποίος λέει ότι στην Μυκάλη που πολεμούσαν οι Έλληνες έμαθαν για την νίκη των Πλαταιών δια ενός κηρυκείου που επέπλεε επί των κυμάτων. Αλλά για αυτό το πράγμα πολλές πληροφορίες μα δίνουν τα ομηρικά έπη και οι απειράριθμες παραστάσεις αυτών επί μνημείων της αρχαϊκής τέχνης και μάλιστα οι αγγειογραφίες. Κατά τις πηγές αυτές το κηρύκειο είχε σχήμα σκήπτρου ή ποιμενικής ράβδου, ήτις ροπαλοειδής ράβδος που κατέληγε σε κυρτό άκρο ή απλή ράβδος που είχε ως επίστεψη κράνος, πτηνό ή άνθος. Έτσι την παρουσιάζουν πολλά αγγεία με παραστάσεις ποιμένων, αρχόντων και ιερέων. Κατά τα ομηρικά έπη τέτοια ράβδο κρατεί και ο Ερμής, όταν αποστέλλεται να οδηγήσει τον Πρίαμο στο στρατόπεδο των Αχαιών ή όταν, ως αγγελιοφόρος σπεύδει στην νύμφη Καλυψώ ή όταν ως ψυχοπομπός, οδηγεί τις ψυχές των δολοφονημένων μνηστήρων στον κάτω κόσμο Η ράβδος αυτή του Ερμή δεν είναι, όπως το σκήπτρο των βασιλέων ή ως η ποιμαντορική ράβδος των ποιμένων, απλό στήριγμα αλλά μαγική ράβδος, όπως της Κίρκης δια της οποίας ο θεός «θέλγει τὰ ὄμματα τῶν ἀνδρῶν, ὧν ἐθέλει, τοὺς δ’ αὖτε καὶ ὑπνώττοντας ἐγείρει» κατά την Ιλιάδα και κατά τον Ομηρικό ύμνο προς τον Ερμή «χρυσῆ, τριπέτηλος, περικαλλής δίδουσα καὶὄλβον καὶ πλοῦτον».

Αυτές τις ομηρικές αντιλήψεις για την μαγική ράβδο του Ερμή είχαν οι ζωγράφοι και παρέστησαν το πατριαρχικό κηρύκειο όχι ως απλή ράβδο απλή και λεία, αν και αυτή η παράσταση συναντάται σε παραστάσεις του ψυχοπομπού,   αλλά ως λήγουσα σε κυρτές διακλαδώσεις διαφόρων σχημάτων επί του άνω άκρου, προς εκδήλωση ακριβώς των ανωτέρω ομηρικών ιδιοτήτων, της μαγικής ράβδου του θεού. Το σχήμα στο οποίο κατέληξε αυτή η ράβδος ήταν το σχήμα στελέχους που επιστέφονταν από ένα 8 ή από δύο κύκλους, του πρώτου κλειστού και του δεύτερου ανοιχτού. Πολλοί ερμηνευτές παραδέχονται πως, ο πρώτος αυτός τύπος κηρυκείου υπενθυμίζει την πανάρχαια παράδοση για τον Ερμή ως ποιμένα, αν και ουδέν γνωστό μνημείο τον παριστά με τον λαγωβόλο, διότι έτσι κατασκεύαζαν πάντοτε την ποιμενική τους ράβδο οι έλληνες ποιμένες, δηλαδή κυρτώνοντας και διαστρεβλώνοντας σε διάφορα σχήματα τους κλώνους, τους οποίους επίτηδες άφηναν στην κορυφή της ράβδου. Ίσως αυτή η αιτία να είναι η αιτία δημιουργίας του κηρυκείου, τόσο μάλλον καθόσον μεταξύ των πρώτων κοσμημάτων του πρωταρχικού τύπου του κηρυκείου, δηλαδή της ράβδου, ήταν και η κεφαλή του κριού, του ιερού ζώου του Ερμή. Οποιαδήποτε και αν είναι η πρωταρχική σημασία του κηρυκείου, είναι πλέον εξακριβωμένο πως κατά τις ημέρες που η ποίηση του Ομήρου και του Ησίοδου των ανακήρυξε κήρυκα και αγγελιοφόρο των θεών του Ολύμπου, η ράβδος στα χέρια του δεν είναι μόνο σύμβολο του βασιλιά και του άρχοντα ως ποιμενάρχη του λαού, αλλά το βέβαιο και σαφές έμβλημα των κηρύκων των αγγελιοφόρων. Αυτή την ράβδο φέρει δε και Ίρις, και αυτή αγγελιοφόρος των θεών, αν και ουδέποτε υπήρξε ποιμενίς.

 

Αριστερά: Ο Ερμής ως κήρυκας με κηρύκειο με ταινίες. Κέντρο: Ερμής κριοφόρος με το πρωταρχικό κηρύκειο. Δεξιά: Ερμής ως ψυχοπομπός, οδηγώντας την ψυχή στον Χάρωντα (Λευκή λήκυθος στο Εθνικό αρχαιολογικό Μουσείο) (Πηγή: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΙΔ΄, σελ. 343)

 

Στην διαμόρφωση όμως του κηρυκείου ως σε τέτοιο τύπο δεν είναι απίθανο, όπως φρονεί ο Pottier, να συνέβαλλαν πολύ και τα ανατολικά αντικείμενα τέχνης, τα οποία έφεραν μαζί τους κατά τις περιηγήσεις στην Ελλάδα διάφοροι ξένοι και ιδίως οι Φοίνικες, οι οποίοι βρίσκονταν σε στενές εμπορικές σχέσεις με τους Έλληνες. Είναι αξιοσημείωτο, το ότι πολλά μνημεία ανατολική τέχνης φέρουν το σχήμα του κηρυκείου. Τέτοια μνημεία είναι τα Φοινικικά, επί των οποίων το ιερό δένδρο της Φοινίκης έχει το σχήμα του κηρυκείου. Τέτοιου σχήματος επίσης είναι και πολλά συμβατικά όπλα επί κυλίνδρων της Μεσοποταμίας. Ανάλογα σχήματα φέρουν και πολλά ανάγλυφα Χετταίων. Επί δε της Καρχηδονιακής στήλης της λεγόμενης του Αδρουμήτου καθαρώτατα παρίσταται το πραγματικό και τέλειο σχήμα του κηρυκείου. Την ευλογοφανή εν τούτοις γνώμη αυτή αναιρεί ο Boetzkes, διατεινόμενος, ότι το κηρύκειο επινοήθηκε αρχικά από τους Ίωνες της Μικράς Ασίας, διότι στις γραφές αυτών, απαντά κατ΄ αρχάς το κηρύκειο και διότι απαντά τ΄ ανωτέρα ανατολικά μνημεία, ως έργα του Ε π.Χ. αιώνος, είναι έργα λαών, οι οποίοι κατά την περίοδο αυτή, βρίσκονταν υπό την άμεσο επίδραση των Ιώνων της Μ. Ασίας

  Και οι αρχαίοι προσπάθησαν να διασαφηνίσουν την αρχή του κηρυκείου και επινόησαν διάφορους μύθους και μυθεύματα, όπως οι αστρομυθολόγοι, οι οποίοι στο κηρύκειο διέβλεπαν την τροχιά της γης, της σελήνης και του ηλίου, εξηγώντας έτσι στην αχαλίνωτη φαντασία τους, την κύρια έννοια του Ερμή ως αγγελιοφόρου. Το κηρύκειο όμως δεν φέρει εν εαυτώ κάποια ειδική σημασία, αλλά λαμβάνει όλες εκείνες τις ιδιότητες τις οποίες συμβολίζει η προσωπικότητα του Ερμή. Από την ημέρα που ο θεός αυτός απέβη δια του Ομήρου και του Ησίοδου ο κήρυκας και ο άγγελος των θεών, το σύμβολο αυτό απέβη των σήμα των αθανάτων ή θνητών, οι οποίοι εκτελούσαν τα καθήκοντα του κήρυκα. Ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης μας πληροφορούν πως οι βουλευτές εφοδιάζονταν με κηρύκεια κατά τις αποστολές τους. Κατά επιγραφή της Δήλου κηρύκειο έφεραν οι αγγελιοφόροι ιερών συνδέσμων, τουλάχιστον όταν αυτοί κέρδιζαν, όπως στο ιερό του Απόλλωνα και της Άρτεμης, μεγάλη σπουδαιότητα. Κηρύκιο ίσως έφεραν και οι κήρυκες της βουλής και του δήμου του Αρείου Πάγου. Επί αγγείου του Ε’ αιώνα π.Χ. ο Ταλθύβιος άγει την Βρισηίδα, κρατώντας στο χέρι του κηρύκειο σχήματος πλέον τέλειου και κανονικό. Και διότι οι ποιητές αρέσκονταν προ παντός να παραστούν τον Ερμή ως κήρυκα και τελάρχη των θεών του Ολύμπου, ο Ερμής απέβη ο πατέρας και προστάτης των κηρύκων, σήμα γι αυτόν και σύμβολο το πραγματικό κηρύκειο των κηρύκων.

Και κατ’ αρχάς με το κηρύκειο ήταν, όπως είπαμε, απλή ράβδος, προϊόντος όμως του χρόνου και δια της εξαπλώσεως και της αυξημένης λαϊκότητας της λατρείας του Ερμή ως αγγελιοφόρου των θεών και ψυχοπομπού, το κηρύκειο κοσμείται και εξελίσσεται ανάλογα. Και άλλοτε μεν κοσμείται με κεφάλι κριού, διότι ο κριός υπήρχε από τα αρχαιότατα χρόνια το ιερό ζώο του θεού τούτου, όπως το σκήπτρο κοσμούνταν με κόκκυγγα· άλλοτε δε με δύο όφεις, διότι ο όφις ήταν το αγαπημένο ζώο όλων των χθόνιων θεών, στους οποίους υπάγονταν και ο Ερμής. Αλλά ο όφις επιπροσθέτως, σήμαινε ιδιαίτερα επί του κηρυκείου του Ερμή και την ιδιότητα του θεού αυτού ως ψυχοπομπού, διότι οι Έλληνες φαντάζονταν και θεωρούσαν την ψυχή ως φίδι. Αυτό γίνεται φανερότερο από τα πτερύγια, τα οποία προστέθηκαν στο κηρύκειο του ψυχοπομπού Ερμού από το μέσον της Γ π.Χ. εκατονταετηρίδας, και τούτο διότι η ψυχή θεωρούνταν πλέον ως πτηνό ή τετράποδο ον. Ο τύπος, άλλωστε, του οφιοειδούς κηρυκείου κατέστη ο συνήθης και διαρκής πλέον τύπος του κηρυκείου. Κατά τον Ησύχιο, ο δράκων, όπως καλούνταν αυτό το κηρύκειο, ήταν ήδη γνωστό κατά τους χρόνους του Σοφοκλέους. Το αρχαιότερο δε μνημείο, στο οποίο παρίσταται ο τύπος αυτός, είναι τεμάχιο αγγείου προερχόμενο από περσικά ερείπια της Ακρόπολης, δηλαδή του τέλους του Στ’ και των αρχών του Ε’ π.Χ. αιώνα. Εν τούτοις, όταν επρόκειτο να δηλωθεί η ιδιότητα του Ερμή ως μάγου του ύπνου και του θανάτου, εκτός του συνήθους κηρυκείου, έβαζαν και στο άλλο χέρι του μια απλή μαγική ράβδο. Άλλοτε πάλι, σε αυτή την περίπτωση, κρατάει ο Ερμής άνθη λωτού, και ταινίες κρέμονται ως σημάδι ικεσίας από το κηρύκειο. Άλλοτε πάλι το σείει ως όπλο, το φέρει επί του ώμου, το κρατάει από το μέσο, το υψώνει οριζόντια υπέρθεν της κεφαλής του ή το στηρίζει επί της γης προ αυτού. Ενίοτε το κηρύκειο βρίσκεται επί του εδάφους, πλησίον του Ερμού, ως σημείο ταυτότητας. Εν τέλει το κηρύκειο θεωρείται και ως σύμβολο της ειρήνης, όπως το δόρυ ήταν σύμβολο του πολέμου, επειδή εξαγγέλλεται αυτή (η ειρήνη) και διαδίδεται δια μέσω των κηρύκων και των αγγελιοφόρων.

Ίσως εκ του συμβολισμού τούτου να προήλθε και η χρησιμοποίηση του κηρυκείου από τους Ρωμαίους και ως σύμβολο του εμπορίου και της ευτυχίας, αν και κατά άλλη γνώμη προήλθε από την πανάρχαια ιδιότητα της μαγικής ράβδου, ήτις φέρει τον «πλοῦτον καὶ τὸν ὄλβον». Διότι και στους Ρωμαίους η παράσταση και η χρήση του κηρυκείου, συνέπεια της διαρκής επικοινωνίας αυτών με τους Έλληνες, υπήρξε σχεδόν η αυτή. Αυτό δηλώνει άλλωστε και η λέξη caduceum , η οποία απλούστατα είναι η ελληνική λέξη κηρύκειον, αφού μετατράπηκε το ελληνικό ρ σε λατινικό d καιτο η σε a καθ΄ορισμένους φθογγολογικούς κανόνες, όπως άριστα απέδειξε αυτό ο Kretschmer. Έτσι λοιπόν και στους Ρωμαίους η Pax και η Concordia και άλλες παρόμοιες παραστάσεις φέρουν το caduceum. Το σήμα αυτό φέρονταν και ως περίαπτον και ως αποτρόπαιον και ως προφυλακτικό μέσω επί θυρών και κλειδών.  Πότε όμως η χρήση του κηρυκείου μεταδόθηκε στους Ρωμαίους; Αυτό παραμένει ακαθόριστο. Ο Πλίνιος αναφέρει μόνο ότι η ο οφιοειδής ράβδος προήλθε απ’ έξω. Ο δε Πολύβιος ονομάζει το κηρύκειο «σύνθημα τῆς φιλίας τοῖς Ἔλλησι», υπονοώντας ίσως ότι τούτο υπήρξε δια τους δύο λαούς, η αφορμή της μεταξύ αυτών πνευματικής επικοινωνίας.

Β.Δ. Θεοφανείδης, Επιμελητής Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, Μεγάλη ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΙΔ, σελίδες 342 -343

  

ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ

 

 Το κηρύκειο, κατ’ εξοχήν σύμβολο του θεού Ερμή, ο οποίος οδηγεί τους μύστες στον κόσμο των μυστηρίων προς κατανόηση των μυστικών της φύσεως και απόκτηση της ανώτερης γνώσης, εκπροσωπεί, ως και ο θύρσος στα μυστήρια του Διονύσου, την μαγική ράβδον ή το «δένδρον τῆς ζωῆς», δηλαδή την μυστηριακή οδόν, ήτις άγει προς την κατανόηση των απόκρυφων επιστημών και ιδιαίτερα της ερμητικής φιλοσοφίας. Την μυστική αυτή σημασία του κηρυκείου ιδιαίτερα υποδηλώνουν οι δύο συμπλεκόμενοι και αλλήλους προσβλέποντες όφεις, οι οποίοι στην απόκρυφη επιστήμη συμβολίζουν την γνώση και την μυσταγωγική αλήθεια.

Γεωργούλης Ηρ. Π., Δρ Εμπορικών Σπουδών, Μεγάλη ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΙΔ΄, σελίδα 343

 

 

Η ΘΕΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ

 

 

 

Εταίρα: (ή) [’ρχ. ]. Επίκληση της Αφροδίτης, κατ’ αρχάς μεν ως προστάτιδος των νεανίδων και τής φιλίας («ἡ τοὺς ἑταίρους καὶ τὰς ἑταίρας συνάγουαα»), αργότερα δε ως προστάτιδος των εταιρών. Η μεταστροφή της εννοίας της επικλήσεως επήλθε από όταν οι της Σάμου Ατθίδες εταίρες έθεσαν την οργάνωσή τους υπό την προστασία της Αφροδίτης και έθυαν προς αυτήν. Η Αφροδίτη Εταίρα λατρεύτηκε στην Έφεσο, οπού υπήρχαν πολλά αυτής ιερά.

Πηγή: Παπακωνσταντίνου Θ., Φιλόλογος, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Ια΄, σελ. 663

 

 

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΠΑΤΕΣ

 

 

ΠΡΟΣΟΧΗ: Στο τέλος κάθε σελίδας του Ανώνυμου Απολογητή θα παρουσιάζονται νεοπαγανιστικές και αθεϊστών (δήθεν ελληνιστών) απάτες που έχουν σχέση με το θέμα της σελίδας. Αυτές οι απάτες δεν έχουν σκοπό να βάλουν τα περιοδικά στα οποία εμφανίζονται τα νεοπαγανιστικά ψεύδη, εφόσον ούτως ή άλλως παγανιστές συγγράφουν σε διάφορα ανυποψίαστα εξ αυτών και αυτά δεν εκφράζονται από τις απόψεις των αρθρογράφων, αλλά σκοπό έχουν:

1. να καταδείξουν τον κρυφοπαγανιστή αρθρογράφο ώστε να γίνει γνωστός και

2. είτε ο κάθε ενδιαφερόμενος που αναγιγνώσκει εκ νέου άρθρα του να θέτει τον εαυτό του εν εγρήγορση και να ελέγχει θαρρετά τα ψεύδη του κρυφοπαγανιστή (δήθεν ελληνιστή), αν είναι μελετημένος και έχει πρόσβαση σε πρωτογενή βιβλιογραφία

3. είτε εάν δεν έχει πρόσβαση σε βιβλιογραφία, να μην δείχνει πλέον εμπιστοσύνη στον αρθογράφο εφόσον γνωρίζει πως εκφράζει ψεύδη για να σπιλώσει τον Χριστιανισμό υποστηρίζοντας θέσεις παγανισμού, που όμως δεν είναι σχεδόν ποτέ ξεκάθαρες, αλλά που παρουσιάζονται ως «ελληνικές» μιας και η πλειοψηφία των νεοπαγανιστών ντρέπεται να ομολογήσει δημοσίως την θρησκεία που ακολουθεί και προτιμά να καμουφλάρεται με κάτι οικοιότερο, τον πατριωτισμό, που όμως αρρωστημένα έχει μετατραπεί σε ένα παγανιστικό εθνικισμό.

ΕΞΑΙΡΕΣΗ: εξαιρούνται τα προσωπικά βιβλία του κρυφοπαγανιστή αθρογράφου ή τα έντυπα με καθαρά νεοπαγανιστικό προσανατολισμό, ανάμεσα στα τόσα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα.

 

Κεντρική σελίδα με νέο-παγανιστικές απάτες

 

 

ΟΙ ΟΙΚΟΙ ΑΝΟΧΗΣ & ΟΙ ΠΟΡΝΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΟΒΑΡΑ ΘΕΜΑΤΑ

(Κατά: Γεώργιου Τσαγκρινού, Τηλεοπτικός Σταθμός Alter, εκπομπή Αθέατος Κόσμος - Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2004)

 

Βίντεο. Μέγεθος:23 Kb, Διάρκεια: 9΄΄: Ο Γεώργιος Τσαγκρινός απευθυνόμενος εις τον τηλεφωνικό επισκέπτη της εκπομπής Γιάννη Κοκτσίδη, Ψυχολόγο Α.Π.Θ. - Ανιψιό Γ. Γκιόλβα και επειδή ο τελευταίος ομολόγησε πως ο υιός του Γ. Γκιόλβα εργάζονταν ως επιδειξίας σε οίκο ανοχής αναφέρει:

Μιλάτε για ένα υποτίθεται σοβαρό θέμα, σε μια υποτίθεται σοβαρή εκπομπή και βάζετε μέσα πόρνες και οίκους ανοχής...(Πηγή: Γεώργιος Τσαγκρινός, Διευθυντής Περιοδικού Ιχώρ, Τηλεοπτικός Σταθμός Alter, εκπομπή Αθέατος Κόσμος - Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2004)

Μυθοπλάστης: Γεώργιος Τσαγκρινός, διευθυντής του περιοδικού Ιχώρ

Απάντηση: Πώς είναι δυνατόν να μην είναι σοβαρά θέματα για ένα παγανιστή, στην προκειμένη περίπτωση τον Γεώργιο Τσαγκρινό, οι πόρνες και οι οίκοι ανοχής, όταν στην σοβαρή παγανιστική - ελληνική θρησκεία, οι οίκοι ανοχής είναι τα ιερά της θεάς πόρνης Αφροδίτης και πόρνες οι ιέρειες της; Από την άνωθι στάση του Γεώργιου Τσαγκρινού καταλαβαίνει κανείς, πως ακόμη και οι υπέρμαχοι και ηγέτες της αρχαιοελληνικής θρησκείας, ντρέπονται για την θρησκεία τους και για ορισμένα σημεία του αρχαίου ελληνισμού.

 

 

 

ΤΟ ΚΗΡΥΚΕΙΟ ΤΟΥ ΕΡΜΗ, Η ΑΛΥΣΙΔΑ DNA & ΤΑ ΑΓΡΟΓΛΥΦΙΚΑ

(Κατά: Ελευθέριου Σαράγα, Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 16, άρθρο «Λόγος, εγκέφαλος και η ελληνική Γλώσσα», σελίδα 47)

(Κατά: Jean-Pierre Garnier Malet, Δρος Φυσικού, Paris, «Όχι μόνο η ενέργεια, αλλά και ο Χρόνος έχει κβαντική φύση», Τρίτο Μάτι, τεύχος 119)

(Κατά: Ιωάννη Αναστασίου, Δρ. πυρηνικής μηχανικής, Βρυξέλλες,  «Όχι μόνο η ενέργεια, αλλά και ο Χρόνος έχει κβαντική φύση»Τρίτο Μάτι, τεύχος 119)

 

Ερμής ο Ψυχοπομπός: Ίσως η μορφή που έχει το DNA ή το κηρύκειο του Ερμή να έχουν άμεση σχέση με την εξ έλικος πορεία (Πηγή: Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 16, άρθρο «Λόγος, εγκέφαλος και η ελληνική Γλώσσα», Ελευθέριος Σαράγας, σελίδα 47). 

Το ελληνικό κηρύκειο, σύμβολο μαντικής του Ερμή, όπως διαμορφώνεται από την θεωρία της «διττότητας». Δεξιά, αγρογράφημα εκπληκτικής ομοιότητας με το σχήμα που προέκυψε από την εφαρμογή της θεωρίας (Πηγή: Περιοδικό Τρίτο Μάτι, τεύχος 119, άρθρο «Όχι μόνο η ενέργεια, αλλά και ο Χρόνος έχει κβαντική φύση», Jean-Pierre Garnier Malet, Δρος Φυσικού, Paris. Το κείμενο μετάφρασε από τα γαλλικά ο Ιωάννης Αναστασίου, Δρ. πυρηνικής μηχανικής , Βρυξέλλες)

 

Μυθοπλάστες : Ελευθέριος Σαράγας, Jean-Pierre Garnier Malet, Δρος Φυσικού, Paris ή κ. Ιωάννης Αναστασίου, Δρ. πυρηνικής μηχανικής, Βρυξέλλες

Απάντηση:

α.

Ο Ερμής ως κήρυκας με κηρύκειο με ταινίες. Κέντρο: Ερμής κριοφόρος με το πρωταρχικό κηρύκειο. Δεξιά: Ερμής ως ψυχοπομπός, οδηγώντας την ψυχή στον Χάρωντα (Λευκή λήκυθος στο Εθνικό αρχαιολογικό Μουσείο) (Πηγή: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΙΔ΄, σελ. 343)

 

Τις ομηρικές αντιλήψεις για την μαγική ράβδο του Ερμή είχαν οι ζωγράφοι και παρέστησαν το πατριαρχικό κηρύκειο όχι ως απλή ράβδο απλή και λεία, αν και αυτή η παράσταση συναντάται σε παραστάσεις του ψυχοπομπού,   αλλά ως λήγουσα σε κυρτές διακλαδώσεις διαφόρων σχημάτων επί του άνω άκρου, προς εκδήλωση ακριβώς των ανωτέρω ομηρικών ιδιοτήτων, της μαγικής ράβδου του θεού. Το σχήμα στο οποίο κατέληξε αυτή η ράβδος ήταν το σχήμα στελέχους που επιστέφονταν από ένα 8 ή από δύο κύκλους, του πρώτου κλειστού και του δεύτερου ανοιχτού. Πολλοί ερμηνευτές παραδέχονται πως, ο πρώτος αυτός τύπος κηρυκείου υπενθυμίζει την πανάρχαια παράδοση για τον Ερμή ως ποιμένα, αν και ουδέν γνωστό μνημείο τον παριστά με τον λαγωβόλο, διότι έτσι κατασκεύαζαν πάντοτε την ποιμενική τους ράβδο οι Έλληνες ποιμένες, δηλαδή κυρτώνοντας και διαστρεβλώνοντας σε διάφορα σχήματα τους κλώνους, τους οποίους επίτηδες άφηναν στην κορυφή της ράβδου. Ίσως αυτή η αιτία να είναι η αιτία δημιουργίας του κηρυκείου, τόσο μάλλον καθόσον μεταξύ των πρώτων κοσμημάτων του πρωταρχικού τύπου του κηρυκείου, δηλαδή της ράβδου, ήταν και η κεφαλή του κριού, του ιερού ζώου του Ερμή. Οποιαδήποτε και αν είναι η πρωταρχική σημασία του κηρυκείου, είναι πλέον εξακριβωμένο πως κατά τις ημέρες που η ποίηση του Ομήρου και του Ησίοδου των ανακήρυξε κήρυκα και αγγελιοφόρο των θεών του Ολύμπου, η ράβδος στα χέρια του δεν είναι μόνο σύμβολο του βασιλιά και του άρχοντα ως ποιμενάρχη του λαού, αλλά το βέβαιο και σαφές έμβλημα των κηρύκων των αγγελιοφόρων. Αυτή την ράβδο φέρει δε και Ίρις, και αυτή αγγελιοφόρος των θεών, αν και ουδέποτε υπήρξε ποιμενίς.

β. Ο όφις ήταν το αγαπημένο ζώο όλων των χθόνιων θεών, στους οποίους υπάγονταν και ο Ερμής. Αλλά ο όφις επιπροσθέτως, σήμαινε ιδιαίτερα επί του κηρυκείου του Ερμή και την ιδιότητα του θεού αυτού ως ψυχοπομπού, διότι οι Έλληνες φαντάζονταν και θεωρούσαν την ψυχή ως φίδι. Αυτό γίνεται φανερότερο από τα πτερύγια, τα οποία προστέθηκαν στο κηρύκειο του ψυχοπομπού Ερμού από το μέσον της Γ π.Χ. εκατονταετηρίδας, και τούτο διότι η ψυχή θεωρούνταν πλέον ως πτηνό ή τετράποδο ον.  Το κηρύκειο, κατ’ εξοχήν σύμβολο του θεού Ερμή, ο οποίος οδηγεί τους μύστες στον κόσμο των μυστηρίων προς κατανόηση των μυστικών της φύσεως και απόκτηση της ανώτερης γνώσης, εκπροσωπεί, ως και ο θύρσος στα μυστήρια του Διονύσου, την μαγική ράβδον ή το «δένδρον τῆς ζωῆς», δηλαδή την μυστηριακή οδόν, ήτις άγει προς την κατανόηση των απόκρυφων επιστημών και ιδιαίτερα της ερμητικής φιλοσοφίας. Την μυστική αυτή σημασία του κηρυκείου ιδιαίτερα υποδηλώνουν οι δύο συμπλεκόμενοι και αλλήλους προσβλέποντες όφεις, οι οποίοι στην απόκρυφη επιστήμη συμβολίζουν την γνώση και την μυσταγωγική αλήθεια.

Έπειτα το κηρύκειο δεν είναι σύμβολο μαντικής. Ο Ερμής ήταν χθόνια θεότητα. Στην αρχή ήταν η λατρεία των λίθων που συνδυάστηκε με τους νεκρούς . Κατόπιν μετατράπηκε σε θεό ποιμενικό και κατόπιν σε θεό αγγελιοφόρο. Το κηρύκειο του Ερμή όχι μόνο δεν έχει καμιά σχηματική ομοιότητα με τον εν λόγω σχήμα, εφόσον ο άνω κύκλος θα έπρεπε να ήτο ανοιχτός, αλλά και ουδεμία ουσιαστική.

 

 

ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

 

 

 

 

 

ΠΗΓΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ

Εγκυκλοπαίδειες

1. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμοι ΙΔ΄

 

Περιοδικά

1. Ιστορικά θέματα, τεύχος 7, 39

2. Ιχώρ, τεύχος 16

3. Τρίτο Μάτι, τεύχος 119

 

Τηλεοπτικοί Σταθμοί

1. Alter, εκπομπή Αθέατος Κόσμος - Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2004

 

 

 

 

 

 

 

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ